Υπό πολιορκία φαίνεται πως βρίσκεται σε διάφορες χώρες η Google και άλλες μηχανές αναζήτησης, από εκδότες που προσπαθούν να αποκτήσουν περισσότερο έλεγχο πάνω στο περιεχόμενο που παράγουν. Κι αυτό γιατί μια σειρά από προτεινόμενους νόμους θέλουν να αμφισβητήσουν το δικαίωμα υπηρεσιών όπως το Google News από το να προβάλλουν ειδήσεις στα αποτελέσματα αναζήτησης. Πιο συγκεκριμένα, τα ανοιχτά μέτωπα για τη Google είναι μέχρι στιγμής τρία και βρίσκονται στη Γερμανία, τη Βραζιλία και τη Γαλλία.

Γερμανία

Ίσως η πιο σημαντική μάχη για την εταιρεία διαδραματίζεται στη Γερμανία, όπου το νομοθετικό σώμα της χώρας προτείνει έναν νόμο που θα μπορούσε να επιτρέπει στους παραγωγούς ειδησεογραφικού περιεχομένου να διεκδικήσουν μερίδιο από τα κέρδη εταιρειών όπως η Google ή η Yahoo για την προβολή του περιεχομένου τους στα αποτελέσματα αναζήτησης. Σε αντίθετη περίπτωση, θα είχαν το δικαίωμα να τους απαγορεύσουν την πρόσβαση στο περιεχόμενό τους για διάστημα ενός χρόνου.

Το θέμα είναι τόσο σοβαρό για την Google που δημοσίευσε ειδική σελίδα όπου καλεί τους πολίτες της χώρας να εκφράσουν την αντίθεσή τους στον προτεινόμενο νόμο. Το επιχείρημά της είναι ότι μια τέτοια απόφαση θα ζημίωνε τελικά τους ίδιους τους χρήστες, και θα είχε γενικότερες επιπτώσεις στην ίδια την λειτουργία του διαδικτύου, αφού θα ήταν πλέον πολύ πιο δύσκολο να βρει κανείς την πληροφορία που ψάχνει. Για να ενισχύσει τη θέση της, συνοδεύει την φόρμα εκδήλωσης διαμαρτυρίας με ένα σύντομο βίντεο που αναδεικνύει την προσφορά του Google Deutschehland στην γερμανική κοινωνία την τελευταία 10ετία.

Οι εκδότες, από την πλευρά τους, θεωρούν πως η Google και οι άλλες εταιρείες του χώρου καταχρώνται την αρχή της εύλογης χρήσης (Fair Use). Το ReadWrite, πάντως, θεωρεί πως δεν αποκλείεται να πρόκειται για ένα μέσο πίεσης προκειμένου να αποκτήσουν οι εκδότες μια νέα πηγή εσόδων, χωρίς να χρειαστεί να καταφύγουν σε λύσεις τύπου “paywall”, όπου υπάρχει συνδρομητική διάθεση του περιεχομένου. Όσο για τον λόγο για τον οποίο θέλουν να  αποφύγουν κάτι τέτοιο, είναι απλός: δεν είναι κερδοφόρο.

Πράγματι, είναι λίγες οι εταιρείες που ακολουθούν το μοντέλο του paywall έχοντας κέρδη, με την Wall Street Journal να αποτελεί στις ΗΠΑ το πιο επιτυχημένο παράδειγμα. Ακόμη πιο λίγες είναι όμως οι εταιρείες που ενώ αρχικά διέθεταν το περιεχόμενό τους δωρεάν, κατάφεραν να μετατρέψουν με επιτυχία το περιεχόμενό τους σε συνδρομητικό – και οι New York Times είναι αυτοί που αποτελούν εδώ την μεγαλύτερη ίσως εξαίρεση.

Βραζιλία

Καθώς το κέρδος είναι το κλειδί, ενδιαφέρον έχει να δούμε την περίπτωση της Βραζιλίας. Το Google News διαθέτει έτσι κι αλλιώς μηχανισμό που επιτρέπει στους εκδότες να εξαιρέσουν το περιεχόμενό τους από τα αποτελέσματα της υπηρεσίας. Τον Οκτώβριο, 154 μέλη του Ομίλου Εφημερίδων της Βραζιλίας αποφάσισαν μαζική έξοδο από το Google News όταν έκριναν πως η εταιρεία έπρεπε να τους πληρώνει για το περιεχόμενο που αντλεί.

Στην περίπτωσή τους, η κίνηση φαίνεται πως είχε αποτέλεσμα. Οι 154 αυτές εφημερίδες αποτελούσαν το 90% της συνολικής κυκλοφορίας της χώρας και, ίσως γι’ αυτό, δεν επηρεάστηκε σημαντικά η κίνηση των ιστοχώρων τους. Με αυτό τον τρόπο κλονίστηκε ένα βασικό επιχείρημα της Google, που λέει πως με την προβολή του περιεχομένου τους στο Google News ενισχύεται η κίνηση προς τους ίδιους τους ιστοχώρους.

Βέβαια, στη Γερμανία οι εκδότες ίσως και να μην εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο ώστε να προχωρήσουν σε μια παρόμοια κίνηση, γι’ αυτό και προσπαθούν να πετύχουν το επιθυμητό για αυτούς αποτέλεσμα μέσω της νομικής οδού. Η αντίδραση της Google σε αυτό ήταν η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης, αλλά εάν τα πράγματα δεν έχουν τελικά επιτυχή έκβαση, μπορεί πάντοτε να καταφύγει στην έσχατη λύση: να σταματήσει απλώς να δημοσιεύει αποτελέσματα από τους ειδησεογραφικούς ιστοχώρους της χώρας.

Γαλλία

Αυτό ακριβώς είναι που πάει να κάνει η Google στη Γαλλία. Εκεί, οι νομοθέτες της χώρας πιέζουν την εταιρεία να δεχτεί να πληρώσει τους εκδότες για το περιεχόμενο που εμφανίζεται στην μηχανή αναζήτησης μέχρι το τέλος του χρόνου. Διαφορετικά, η γαλλική κυβέρνηση θα εξετάσει το ενδεχόμενο να περάσει νομοθεσία αντίστοιχη με αυτή της Γερμανίας.

Στην περίπτωση της Γαλλίας, όμως, αντί να καταφύγει και πάλι σε «συλλογή υπογραφών», η Google απειλεί την κυβέρνηση ότι σε περίπτωση εμπλοκής της θα σταματήσει εντελώς να δημοσιεύει ειδήσεις από γαλλικούς ειδησεογραφικούς ιστοχώρους. Ο λόγος για τον οποίο η Google τηρεί εδώ πιο σκληρή στάση έχει ίσως να κάνει με το γεγονός ότι βρίσκεται ήδη στα μαχαίρια με τη Γαλλία, που ηγείται έρευνας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ενδεχόμενες αντιμονοπωλιακές πρακτικές στον αλγόριθμο της μηχανής αναζήτησης.

 

Και στα τρία μέτωπα, πάντως, η όλη διαμάχη φαίνεται να περιστρέφεται γύρω από το ερώτημα του κατά πόσο η Google, η Yahoo και οι άλλες εταιρείες κάνουν ή όχι εύλογη χρήση του περιεχομένου. Η Google, πάντως, από την πλευρά της, αποφεύγει επιμελώς να βγάλει άμεσα λεφτά από το Google News, καθώς η υπηρεσία δεν προβάλλει πουθενά διαφημίσεις. Παρόλα αυτά, οι διαφημίσεις προβάλλονται στα κυρίως αποτελέσματα της μηχανής αναζήτησης, που εμφανίζουν συχνά άρθρα από τις εν λόγω πηγές. Το Yahoo News, από την άλλη, προβάλλει όντως διαφημίσεις μέσα στην υπηρεσία της, γεγονός που ενισχύει το επιχείρημα των εκδοτών.

Μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση στο θέμα, όμως, δίνει και ο πρώην υπάλληλος της Google, Matthew Carpenter-Arevalo, ο οποίος θεωρεί πως ο λόγος για τον οποίο έχει ξεσπάσει η διαμάχη δεν έχει τόσο να κάνει με το κέρδος, όσο με τις αλλαγές στους όρους του παιχνιδιού που έχει επιβάλλει το διαδίκτυο. Παίρνοντας ως παράδειγμα την Le Monde, εξηγεί πως η εφημερίδα έχει υψηλότατο κύρος στην γαλλική κοινωνία, τη στιγμή που για την Google είναι απλά μία από τις χιλιάδες άλλες πηγές. Και συνεχίζει λέγοντας πως εάν η πιθανότητα να αγοράσεις την Le Monde βλέποντάς την κρεμασμένη σε ένα περίπτερο ανάμεσα σε άλλες εφημερίδες είναι 1 προς 4, στο διαδίκτυο η πιθανότητα αυτή μπορεί να είναι μόλις 1 στις 1000. Ο Carpenter-Arevalo θεωρεί, δηλαδή, πως το κύριο πρόβλημα των εκδοτών είναι ότι πλέον νιώθουν να απειλούνται επειδή το κύρος τους μειώνεται.

Τί γίνεται, όμως, εάν Google και εκδότες δεν καταφέρουν να τα βρουν; Εάν το παράδειγμα της Βραζιλίας είναι έστω και εν μέρει ενδεικτικό, το ενδεχόμενο δεν φαντάζει εντελώς απίθανο. Οι επιπτώσεις που θα είχε η έγκριση μιας σχετικής νομοθεσίας θα μπορούσε να επιφέρει βαθύτατες επιπτώσεις και να αλλάξει σε μεγάλο βαθμό τα δεδομένα στον χώρο της online αναζήτησης.

Ίσως η Google να έχανε δύναμη και την ίδια στιγμή ανταγωνιστές της όπως η Microsoft ή η Yahoo να ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν το αντίτιμο και να κέρδιζαν έδαφος. Ίσως, από την άλλη, να προκαλούσαν αυτό για το οποίο προειδοποιεί η Google, κάνοντας λόγο για μια γενικότερη πτώση της ποιότητας των αποτελεσμάτων αναζήτησης. Σε κάθε περίπτωση, όμως, τα αποτελέσματα αναζήτησης θα έπαυαν να είναι πραγματικά ουδέτερα, αφού θα εξαρτιόταν από τις εκάστοτε συμφωνίες με τους εκδότες και ο τελικός χρήστης είναι αυτός που θα κατέληγε, τελικά, να αποτελεί την παράπλευρη απώλεια.

Πηγή: ReadWrite

Παλιό άρθρο Το παραπάνω άρθρο είναι αρκετά παλιό, αφού δημοσιεύτηκε στις 29 Νοεμβρίου 2012. Εάν κάποια από τις πληροφορίες που αναφέρονται σε αυτό δεν ισχύει πια, ενημερώστε με μέσω της φόρμας επικοινωνίας για να το τροποποιήσω.
Γιώργος Σαρηγιαννίδης

Συντάκτης άρθρου: Γιώργος Σαρηγιαννίδης

Ο Γιώργος Σαρηγιαννίδης είναι απόφοιτος του τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος από το ίδιο τμήμα. Αυτή τη στιγμή εργάζεται ως freelancer σύμβουλος σε έργα διαδικτύου και intranets, με κύρια αντικείμενα την Αρχιτεκτονική της Πληροφορίας, την κατασκευή ιστοσελίδων και την διαχείριση περιεχομένου. Έχει ειδικευτεί στη μελέτη και τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό portals, intranets και δικτυακών εφαρμογών, ενώ στο παρελθόν έχει ασχοληθεί και με τη δημοσιογραφία.
Website: http://www.gsarigiannidis.gr Twitter Facebook LinkedIn Google Plus Klout
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ ΤΟ